Είναι κάτι στιγμές που δεν χρειάζονται λόγια. Κάθεσαι κουρασμένος, μια μέρα ακόμη πέρασε, το σπίτι ηρεμεί κι εσύ αφήνεσαι για λίγο στη σιωπή. Κι εκεί που όλα δείχνουν να παγώνουν, πέφτει το μάτι σου πάνω σε μια παλιά φωτογραφία. Κι αμέσως, όλα ξαναρχίζουν να κινούνται.
Στην εικόνα, ο Πανίκος Κρυστάλλης. Το παιδί-θαύμα μιας ολόκληρης γενιάς. Ο παίκτης που έδινε άλλη υπόσταση στη λέξη «χαφ». Ο άνθρωπος που έβλεπε το γήπεδο σαν σκακιέρα και κινούνταν σαν γκραν μετρ.
Αναπολείς. Και μετά αναρωτιέσαι:
Αλήθεια, αν έπαιζε σήμερα ο Κρυστάλλης, πόσα θα άξιζε;
Ο Πανίκος Κρυστάλλης δεν ήταν απλά καλός ποδοσφαιριστής. Ήταν αρχοντιά, ήταν ποιότητα,.
Με μια μπάλα στα πόδια, έμοιαζε να χορεύει με το χορτάρι. Όχι απλά με φαντεζί τρίπλες, αλλά με ουσία. Ο εγκέφαλος της ομάδας, αυτός που ξεκλείδωνε τις άμυνες, που μοίραζε, που «έβλεπε» πάσες πριν καν τις σκεφτείς. Πάντα ψύχραιμος, πάντα συγκεντρωμένος, ένας φυσικός ηγέτης χωρίς να φωνάζει.
Δεν ήταν ποτέ ο παίκτης που ήθελε τα φώτα στραμμένα πάνω του. Ήταν αυτός που τα άναβε μόνος του όταν ήθελε. Μια αθόρυβη ιδιοφυΐα με τεράστια καρδιά και απέραντο σεβασμό για τη φανέλα του Απόλλωνα.
Και τότε κάνεις τη σκέψη: Στη σημερινή εποχή των εκατομμυρίων και των stats, πόσο θα άξιζε ένας Κρυστάλλης;
Σε ένα ποδόσφαιρο που τρέχει πιο γρήγορα από ποτέ, που ταλέντα κοστολογούνται με αλγόριθμους, ο Κρυστάλλης θα ήταν ανεκτίμητος.
Όχι γιατί θα έτρεχε πιο γρήγορα, αλλά γιατί σκεφτόταν πριν απ’ όλους. Όχι γιατί θα έβαζε 25 γκολ, αλλά γιατί θα δημιουργούσε άλλα 30.
Θα τον ζήλευαν και οι πιο high-tech ομάδες της Premier League. Θα γέμιζε πίνακες τακτικής και scouting reports με highlights και επιρροή στο παιχνίδι.
Αλλά ξέρεις κάτι; Δεν θα άλλαζε τίποτα. Ο Κρυστάλλης δεν θα έφευγε εύκολα από το ΓΣΟ.
Γιατί εδώ χτυπούσε η καρδιά του. Γιατί εδώ ένιωθε σπίτι του!
Ο Πανίκος Κρυστάλλης ήταν, είναι και θα είναι ο καθρέφτης μιας εποχής που το ποδόσφαιρο παιζόταν με μεράκι και όχι για τα likes.
Από τους λίγους που έβαλαν την τέχνη πάνω από τη δόξα. Την ομάδα πάνω από την καριέρα. Την ψυχή πάνω από τα συμβόλαια.
Γι’ αυτό και σήμερα, χρόνια μετά, τον θυμόμαστε όχι με στατιστικά αλλά με καρδιά. Γιατί οι πραγματικοί παιχταράδες δεν αποτιμούνται.
Μένουν. Σαν φλόγες που δεν σβήνουν ποτέ.
Αιωνία του η μνήμη.
